Σάββατο 4 Αυγούστου 2018

Θέλει ...να κρυφτεί, μα η χαρά δεν την αφήνει



Της Μαρίας Καλύβα-Πρίφτη


Τα τελευταία αποκαΐδια έπαψαν να καπνίζουν στις περιοχές της Αττικής που έπληξαν πρόσφατα οι φονικές πυρκαγιές, όμως η φωτιά μοιάζει να σιγοκαίει συνεχίζοντας το καταστροφικό της έργο. Είναι ο αριθμός των νεκρών που εξακολουθεί να ανεβαίνει. Είναι οι αγνοούμενοι, πληγή που δεν κλείνει, καημός που δεν γιατρεύεται, χρόνος που δεν κυλάει. Είναι οι χιλιάδες χαμένες περιουσίες και τα μέτρα που εξαγγέλλονται βιαστικά, ανίκανα να διορθώσουν, να επουλώσουν ή να δώσουν μια καινούρια διέξοδο. Είναι η οικολογική καταστροφή, τόσο μεγάλη και τόσο συχνά επαναλαμβανόμενη πια, που παύει ακόμα και να προκαλεί εντύπωση και αυτό είναι το πιο τραγικό. Είναι τέλος και το βαρύτερο, η σκληρή ειρωνεία της επίσημης πολιτείας. Η κυβέρνηση, πριν ακόμα καθορίσει πώς θα λήξει όσο το δυνατόν νωρίτερα η ανθρωπιστική κρίση που ξέσπασε, πριν ακόμα αποφασίσει τα μέτρα αναστροφής της κατάστασης που δημιουργήθηκε, αποφάσισε να εξετάσει τις πταίει. Η κρίση έγινε άμεσα και η απόφαση βγήκε γρήγορα: Μόνοι υπεύθυνοι τα δέντρα, οι νεκροί και η κακή μας μοίρα. 


Το γνωστό σύνθημα μιας παλιάς τηλεοπτικής σειράς, έλαμψε και πάλι: «εμπρός.. πίσω». Δεν έχει καμία σημασία ο πόνος και η καταστροφή του σήμερα, δεν ασχολούμαστε βεβαίως με τις ανάγκες και τις προκλήσεις του αύριο, αλλά κατευθείαν κοιτάμε το «μαύρο παρελθόν» και τους παλιούς διοικούντες που φταίνε για όλα, ρίχνουμε και ένα ανάθεμα στην ελληνική νοοτροπία και.. όλα εντάξει. Δεν είναι η πρώτη φορά που συναντάμε αυτή τη συμπεριφορά. Ο αείμνηστος Γεώργιος Ράλλης σε ομιλία του στη Βουλή σαν πρωθυπουργός και μετά από μια μεγάλη πυρκαγιά στην Πάρνηθα, αποφάνθηκε με κάθε σοβαρότητα ότι κύριοι υπεύθυνοι της καταστροφής ήταν.. τα κουκουνάρια που πετάγονται και τη μεταφέρουν. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, αφού πρώτα έβαλαν την επάρατη δεξιά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, κάθε τόσο την ανέσυραν από εκεί για να την κουνάνε σαν σκιάχτρο-φόβητρο, αλλά και υπεύθυνο για ό,τι συνέβαινε. Έτσι στις μεγάλες πυρκαγιές που κατέκαψαν το πράσινο της Αττικής τέλη της δεκαετίας του ‘80, αφού πρώτα έριξαν την ευθύνη στην επάρατη δεξιά, θέσπισαν σειρά νόμων που μετέτρεψαν τις καμένες περιοχές σε άναρχους οικισμούς αυθαιρέτων ή μεγαλοπολιτείες μέσα στο βουνό σαν την Καλλιτεχνούπολη κλπ. Η εναλλαγή των κυβερνήσεων τα επόμενα χρόνια ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. ακολούθησε την ίδια εναλλαγή και στα επιχειρήματα, με αποκορύφωμα τη μεγάλη καταστροφή στην Ηλεία το ’07 επί κυβέρνησης Καραμανλή, όπου μπήκε ένα ακόμα επιχείρημα, ο εμπρησμός από απροσδιόριστους εχθρούς, που ποτέ δεν κατονομάστηκαν, πότε δεν αξιολογήθηκαν και βέβαια ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν. 


Η κυβέρνηση Τσίπρα σήμερα κάνει ένα μοναδικό συνδυασμό των παραπάνω πρακτικών. Είναι μια νέα κυβέρνηση, που προέκυψε (έτσι θέλει να λέει) από παρθενογένεση και κατηγορεί σωρηδόν όλους τους προηγούμενους για ό,τι έχει συντελεστεί. Είναι μια αριστερή κυβέρνηση που κατηγορεί τη νοοτροπία των Ελλήνων να χτίζουν όπως χτίζουν και να δημιουργούν προβλήματα. Είναι μια κυβέρνηση που παλεύει και μάχεται και γι’ αυτό κάποιοι την αντιπαλεύουν και την κυνηγάνε σπέρνοντας καταστροφές. Βέβαια η παρθενογένεση της κυβέρνησης είναι αυτονόητα ψέμα, αφού πρόκειται για κυβέρνηση συνασπισμού που το ένα μέρος του προέρχεται από διάσπαση της Ν.Δ. Στο υπουργικό συμβούλιο 11 μέλη του προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ ή τη Ν.Δ. έχοντας διατελέσει όλα τα προηγούμενα «μαύρα» και υπεύθυνα για την κατάσταση χρόνια, ανώτερα κομματικά και πολιτειακά στελέχη μέχρι και υπουργοί των τότε κυβερνήσεων.

Όσον αφορά το δεύτερο επιχείρημα θα σταθούμε λίγο παραπάνω γιατί είναι η ύστατη των ύβρεων να ρίχνεις τις ευθύνες στους θιγόμενους. Και τι να πρωτοπούμε; Ότι είναι απέραντο θράσος και να μιλάς ακόμα, όταν επί μέρες δύο πατεράδες έψαχναν με αγωνία τα ήδη νεκρά παιδιά τους, σίγουροι ότι τα έχουν εντοπίσει σε ερασιτεχνικές φωτογραφίες και βίντεο, μόνο και μόνο γιατί ο κρατικός μηχανισμός δεν κατάφερε ούτε καν να καταγράψει σωστά τους διασωθέντες της τραγικής εκείνης νύχτας; Ότι χρειάστηκαν 8 μέρες για να δοθεί ένα πρώτο επίσημο νούμερο αγνοουμένων; Για το έγγραφο που έδειχνε ότι πριν λίγο καιρό, ο ίδιος ο Τόσκας είχε υπογράψει άδειες για την περιοχή και δικαιολογήθηκε ότι υπέγραψε μόνο για δύο οικοδομικά τετράγωνα; Ότι πέρασαν 3,5 χρόνια αδιαφορίας, πλήρους ανοχής και σύμπλευσης με όλη την προηγούμενη κατάσταση και «νοοτροπία» που τώρα τόσο εύκολα και βροντερά καταγγέλλουν; Την καταγγελία που έγινε δημόσια από τον Πρόεδρο των πυροσβεστών ότι «ο επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων στο Μάτι είχε εισηγηθεί στο συντονιστικό όργανο εκκένωση του οικισμού, αλλά παρά την εισήγηση δεν δόθηκε τελικά ποτέ η εντολή που θα μπορούσε να είχε σώσει κόσμο»; 



Να τι γράφονταν για την προετοιμασία της χώρας απέναντι στις πυρκαγιές, λίγους μήνες πριν τη μεγάλη καταστροφή, στην αρχή της αντιπυρικής περιόδου,:

  • «Έχει καταντήσει γραφικό εν έτει 2018 να φωνάζουμε διαρκώς για τα αυτονόητα, ζητώντας: μέσα ατομικής προστασίας, ανανέωση του πυροσβεστικού στόλου, καλή και άμεση συντήρηση του υπάρχοντος, θεσμοθέτηση κανόνων υγείας και ασφάλειας στις πυροσβεστικές επιχειρήσεις» (επιστολή πυροσβεστών στην κυβέρνηση).

  • «Με απαρχαιωμένο στόλο οχημάτων και ελάχιστα εναέρια μέσα ξεκινάει και η φετινή αντιπυρική περίοδος.. Το 20% των οχημάτων είναι ακινητοποιημένο λόγω βλαβών, ενώ ένα 15% μπαινοβγαίνει στο συνεργείο.. Αξιοσημείωτο αποτελεί το γεγονός πως ο αρχαιότερος στόλος της πυροσβεστικής είναι αυτός που υπάρχει για να καλύψει την Αττική, ενώ οχήματα πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, έχουν να αγοραστούν από το 2007». (Με στοιχεία της Πυροσβεστικής).

Είναι άλλωστε συνηθισμένη τακτική να ρίχνουν οι ιθύνοντες την ευθύνη των δικών τους αποφάσεων και πράξεων πάνω σε αυτούς που φορτώνονται τις συνέπειές τους. Ειδικά τα τελευταία χρόνια έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές αυτή η μέθοδος, για να δικαιολογήσει τις κυβερνητικές επιλογές και να κρύψει τις πραγματικές αιτίες για τα δεινά που υπέφερε και εξακολουθεί να υποφέρει ο ελληνικός λαός. Έτσι τον Ιούλιο του ’15 ο Τσίπρας αψήφησε το δημοψήφισμα και προχώρησε σε ένα ακόμα μνημόνιο, γιατί εμείς δεν ήμασταν έτοιμοι για τις συνέπειες μιας σύγκρουσης με την Ευρώπη. Λίγο νωρίτερα για τον ίδιο λόγο η κυβέρνηση Σαμαρά είχε φέρει το δεύτερο μνημόνιο, ενώ ο Πάγκαλος είπε το μνημειώδες «όλοι μαζί τα φάγαμε» για να δικαιολογήσει το πρώτο μνημόνιο. Εκτός από ιταμό αυτό το επιχείρημα είναι και επικίνδυνο. Διαχέοντας τις αιτίες σε μια ολόκληρη κοινωνία, τις διαχέεις σε τέτοιο βαθμό, που τελικά χάνονται. Δεν υπάρχουν αιτίες να παλευτούν, υπεύθυνοι να διωχθούν, λύσεις να ανευρεθούν. Πολύ περισσότερο δεν υπάρχει ούτε καν κοινωνία, αλλά μόνο ένα σύνολο «ενόχων» που «τιμωρούνται» για τις αμαρτίες τους ή ακόμα χειρότερα ο ένας για τις αμαρτίες του άλλου. 


Ας δούμε και το τελευταίο επιχείρημα, για αντίπαλους (υπονοείται εξωτερικούς) που θέλουν να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση. Τα πράγματα στην πολιτική είναι απλά και ξεκάθαρα. Υπάρχει η αιτία, η μέθοδος, ο στόχος και το αποτέλεσμα. Οι γενικές αναφορές σε «εχθρούς» που δεν ονοματίζονται και στόχους που δεν προσδιορίζονται, όταν μεν γίνονται από τους κάτω μπορεί απλά να υποδεικνύουν την αδυναμία να τεκμηριωθούν οι υπόνοιες, μια αδυναμία που συνήθως οφείλεται στις σκοτεινές διαδρομές της πολιτικής των από πάνω. Όταν όμως λέγονται από τους πάνω, αυτούς που διοικούν, είναι η απόλυτη παραδοχή της ανικανότητας και της, με δική τους ευθύνη, διάλυσης μιας πολιτείας ανίκανης να προλάβει ή και να απαντήσει στους όποιους «εχθρούς», ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθούν και ως άλλοθι για την εξυπηρέτηση των πιο τυχοδιωκτικών σχεδίων των πιο αντιδραστικών κύκλων. Επίσης είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε ποια ισχυρά κέντρα του εξωτερικού θα ήθελαν να βλάψουν μια κυβέρνηση που πέρασε τα χειρότερα μέτρα, τα περισσότερα μνημόνια, ακολούθησε τις πιο συντηρητικές πολιτικές, εξυπηρέτησε τις πιο αντιδραστικές αντιλήψεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Επενδύοντας τες μάλιστα με έναν αριστερό μανδύα, το καλύτερο άλλοθι για να αιχμαλωτίσεις το λαϊκό αίσθημα, αφού κάθε τι άλλο μόνο χειρότερο μπορεί να είναι. Και αυτό είναι αλήθεια, και κάτι παραπάνω ιστορική κατάκτηση, με την προϋπόθεση όμως το αριστερό να είναι πράγματι τέτοιο, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωσή μας. 


Η κυβέρνηση ήδη φυλλοροεί, η προχθεσινή παραίτηση του Τόσκα (χρειάστηκε κοντά 15 μέρες για να δείξει έστω και αυτή την ευθιξία) και η μη αντικατάστασή του, δημιουργούν ήδη εξελίξεις. Μια κυβέρνηση έτσι κι αλλιώς παραιτημένη και επικίνδυνη, όχι τώρα αλλά από την προδοσία της θέλησης του ελληνικού λαού τον Ιούλιο του ’15, γίνεται απλώς χειρότερη και πιο επικίνδυνη κάθε μέρα που περνάει. Η πιθανή διαδοχή της από μια κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι λόγος να μας κάνει να αρνηθούμε την ανάγκη της απομάκρυνσής της. Είναι όμως λόγος για να σκεφτούμε επιτέλους την ανάγκη της συνένωσης όλων των πραγματικών δυνάμεων που μπορούν να πάνε μπροστά τον τόπο. 


Τη διανόηση, που δεν μπορεί πια να ονειρεύεται να βολευτεί σε κάποια θεσούλα στο δημόσιο και να πορευτεί με ένα ακόμα προγραμματάκι της ΕΕ. Τους αγρότες και τους μικρομεσαίους που οι μικρές ιδιοκτησιούλες τους μόνο να τους προστατεύσουν και να τους βοηθήσουν δεν μπορούν, το ακριβώς αντίθετο. Τους εργαζόμενους που δεν χρειάζονται άλλη υπομονή για να αντέξουν ακόμα τόσα δεινά, αλλά απόφαση να ξετινάξουν τις πολιτικές και τα δεσμά που τους καταπλακώνουν. Η έξοδος από τους μηχανισμούς της ΕΕ και τους ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς είναι η μόνη διέξοδος για να μπορέσει να χαραχτεί μια εθνική λαϊκή στρατηγική, μόνη ικανή να αναδιαρθρώσει τον κρατικό μηχανισμό, να θέσει την οικονομία πάλι σε κίνηση σε παραγωγικές βάσεις, να αξιοποιήσει τις πραγματικές πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας (και όχι να καταστρέφει τις ομορφιές και τον πλούτο της). Αυτές είναι οι συνθήκες για μια πραγματική έξοδο που μας αξίζει και δικαιούμαστε, όχι μόνο γιατί πάλεψαν γι’ αυτό οι προηγούμενες γενιές, αλλά γιατί κι εμείς θα τη διεκδικήσουμε με τη δική μας πάλη.


Κύπρος: 44 Χρόνια - Το Έγκλημα του Αττίλα Συνεχίζεται

  Τα παρασκήνια και η Μεσανατολική διάσταση του Κυπριακού
Κύπρος η νήσος / προς Ανατολάς
Ομόγλωσση / Ομογάλακτη / Ομομήτρια
(Νάσα Παταπίου, Κυπρία ποιήτρια)
του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη
Η χουντική προδοσία του 1974, η τραγωδία που ακολούθησε στην Κύπρο και οι συνέπειες της τουρκικής εισβολής συνιστούν ένα διαρκές πολλαπλό και απεχθές έγκλημα, ένα μοναδικό ίσως φαινόμενο διεθνούς ανομίας. Το 33% του πληθυσμού μιας χώρας που εκτοπίσθηκε με την βία, οι χιλιάδες νεκροί και αγνοούμενοι, ο σφετερισμός της γης και των περιουσιών, οι λεηλασίες και οι καταστροφές της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού και η συνεχιζόμενη για 44 χρόνια απόπειρα τελικής Άλωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με εξωφρενικά σχέδια, το αποδεικνύουν.
Μετά την εισβολή του '74 ιδρύθηκε στα Κατεχόμενα το τουρκικό στρατιωτικό μουσείο προς τιμήν της τουρκικής “νίκης”. Το βασικό έκθεμα του μουσείου αυτού είναι μια σημαία της Κύπρου... Η ταμπέλα από κάτω γράφει: “Σημαία της πρώην Κυπριακής Δημοκρατίας”.
Αυτή είναι η κυνική ομολογία των προθέσεων της άλλης πλευράς. Η πάγια θέση των Τούρκων μετά την στρατιωτική επιχείρηση εισβολής και κατοχής του νησιού το '74 είναι ότι στην Κύπρο έχει δημιουργηθεί μια νέα πραγματικότητα, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει “τελειώσει” και το “Κυπριακό” έχει οριστικά λυθεί.
Αυτό ακριβώς επιχειρούν σήμερα να νομιμοποιήσουν μέσω της διαδικασίας που οι πολιτικοί -ελληνική και τουρκική, νατοϊκή ηγεσία-, οι διαπραγματευτές του ΟΗΕ και οι ξένοι μεσολαβητές αποκαλούν Σχέδιο “Λύσης” του Κυπριακού “Προβλήματος”, το οποίο εμφανίζουν ως διακοινοτική διαφορά.
Στην σημερινή κατάσταση φθάσαμε μέσα από μια καταστροφική πορεία ηττοπαθών σχεδιασμών και ασυγχώρητης ενδοτικότητας της Ελληνικής και Κυπριακής πλευράς για την ικανοποίηση των συμφερόντων των υποτιθέμενων συμμάχων μας.
Αν ήθελε κανείς να περιγράψει το ιστορικό κακό που βρήκε το μαρτυρικό αυτό ελληνικό νησί, την Κύπρο, από τότε που ο Άγγλος αποικιοκράτης πάτησε εκεί το πόδι του, 140 χρόνια πριν, το 1878, δύο λέξεις είναι κατάλληλες: κυνισμός και συνωμοσία.
Από τις πρώτες μέρες της αγγλικής κατοχής άρχισε η προσπάθεια αφελληνισμού της Κύπρου, η οποία συνεχίζεται με την σημερινή πολλαπλή κατοχή του νησιού.
Οι αγγλικές μεθοδεύσεις -που αποκαλύπτονται από σωρεία εγγράφων των Άγγλων την περίοδο της αποικιοκρατίας- αποσκοπούσαν τόσο στον αφελληνισμό των Ελλήνων Κυπρίων όσο και στον εκτουρκισμό των εξισλαμισμένων από την Οθωμανική εποχή κατοίκων του νησιού.
Εν όψει τούτου, αποφασίσθηκε από κοινού με την Τουρκία να δημιουργηθούν συνθήκες, οι οποίες να οδηγούν στον τερματισμό της ειρηνικής συμβίωσης των Ελλήνων και των Τούρκων.
Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται αβίαστα μέσα από τα Βρετανικά έγγραφα, τα οποία μας ενημερώνουν για τα γεγονότα.
Μέσα από αυτές τις μεθοδεύσεις οδηγηθήκαμε στο πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή, με αποτέλεσμα να υλοποιηθεί το δυσκολότερο μέρος του Βρετανοτουρκικού σχεδίου, που εκπονήθηκε την δεκαετία του 1950, ο γεωγραφικός διαχωρισμός των δύο κοινοτήτων.
Σήμερα, μετά από 44 χρόνια στρατιωτικής κατοχής και συνεχούς διπλωματικής δραστηριότητας των συνωμοτών, η Τουρκία έπαψε να θεωρείται κατοχική δύναμη και μετατράπηκε σε “ενδιαφερόμενο μέρος”, με την υπογραφή της Κυπριακής κυβέρνησης.
Το κυπριακό πρόβλημα δεν θεωρείται πλέον θέμα εισβολής και κατοχής και καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά μια Διακοινοτική διαφορά.
Τώρα, πάλι οι Βρετανοί και οι νατοϊκοί με την διπλωματία τους επιδιώκουν να θέσουν την ελληνική πλευρά προ του εκβιαστικού διλήμματος: ή να αποδεχθεί το σχέδιο Ανάν σε χειρότερη εκδοχή ή να παραμείνει το στάτους κβο που θα οδηγήσει μοιραία στην “ταϊβανοποίηση” της Κύπρου.
Το διαρκές αυτό έγκλημα συνεχίζεται σήμερα, αφ' ενός, με την ανεξέλεγκτη και παράνομη ιδιοποίηση της καταπατημένης γης των Ελληνοκυπρίων από το κατοχικό καθεστώς και, αφ' ετέρου, με τις παρασκηνιακές κινήσεις με στόχο την παράκαμψη του ΟΧΙ στο Σχέδιο Ανάν, το 2004, και την δημιουργία αντίθετων τετελεσμένων γεγονότων.
Οι σημερινές νεοκυπριακές αντιλήψεις, που θέλουν να εμφυσήσουν μια ουδέτερη εθνική ταυτότητα στους Ελληνοκύπριους, αποτελούν την νεώτερη εκδοχή της βρετανικής αφελληνιστικής πολιτικής, αυτό που πολύ εύστοχα είχε προσδιορίσει ο Σεφέρης ως μια “μηχανή” αφελληνισμού που “δουλεύει” στην Κύπρο. Η πολύχρονη συνωμοσία για οριστική διζωνική λύση του Κυπριακού αποκαλύπτεται μέσα από τα απόρρητα έγγραφα του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών, όπως δείχνουν τα συμπεράσματα των εξονυχιστικών μελετών της ερευνήτριας Φανούλας Αργυρού (Conspiracy of Blunder, Λευκωσία 2000), του William Mallinson, ενός Βρετανού πρώην διπλωμάτη και ειδικού στις βρετανο-κυπριακές σχέσεις (Britain and Cyprus, I.B. Tauris, 2011), του συγγραφέα Λουκά Αξελού (Κύπρος: Η ανοιχτή πληγή του Ελληνισμού, εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 1994) και πολλών άλλων.
Ιδιαίτερα θα αναφερθώ στον Κύπριο βυζαντινολόγο Κώστα Κύρρη, έναν σπάνιο πνευματικό άνθρωπο και ανιδιοτελή μαχητή για τα συμφέροντα του Ελληνισμού.
Ο πολυμαθέστατος αυτός μελετητής, που τον Ιούνιο έκλεισαν 9 χρόνια από τον θάνατό του, προσπάθησε μέσα από σωρεία άρθρων και βιβλίων να αναδείξει την μεσανατολική διάσταση του Κυπριακού Ζητήματος με τις ανατολικές και βαλκανικές παραμέτρους του.
Μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου, ο Κώστας Κύρρης διετέλεσε επί σειρά ετών Διευθυντής του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών. 
 
 
Οι βαθύτερες ρίζες της συνωμοσίας
Η θεώρηση και η αντιμετώπιση του Κυπριακού Ζητήματος ως στενά ελληνοτουρκικού το περιορίζει και το αποξενώνει από τις πραγματικές διαστάσεις και την ουσία του και καθιστά αυτούς που το χειρίζονται ανίκανους να το αντιληφθούν, να το μελετήσουν και να το αντιμετωπίσουν ορθά.
Ένας από τους λίγους που επιχείρησαν να ερμηνεύσουν το βαθύτερο νόημα του Κυπριακού ως Μεσανατολικού προβλήματος και να εξηγήσουν τον ρόλο των δυνάμεων εκτός της Ελλάδας και της Τουρκίας ήταν ο ιστορικός Κώστας Κύρρης. Ακούραστος ερευνητής και φιλόσοφος της ιστορίας, είχε πάντα κάτι ουσιαστικό να σου πει και, όποτε τον συναντούσα στην Λευκωσία, έφευγα πάντοτε σοφότερος.
Ο Κύρρης επέμενε πάντοτε ότι πρέπει να βλέπουμε την στρατηγική και πολιτική συνάφεια των πολέμων στην Μέση Ανατολή με τα εθνικά θέματα της Ελλάδας, και ιδίως το Κυπριακό.
Η Κύπρος βρίσκεται εκεί που ενώνεται η Ευρασία με την Αφρική, στο στενό τμήμα της μεγάλης θαλάσσιας οδού που συνδέει την Μεσόγειο Θάλασσα με τον Ινδικό Ωκεανό μέσω των θαλασσίων πυλών του Σουέζ και του Μπαμπ ελ-Μαντέμπ, ονομασία που στα αραβικά σημαίνει “Πύλη των Δακρύων”. Από εκεί συνδέεται με άλλες δύο θαλάσσιες πύλες. Αυτές είναι τα Στενά του Ορμούζ, που οδηγούν στον Περσικό Κόλπο, και τα Στενά της Μαλάκκα, που συνδέουν με τον Ειρηνικό. Αυτά τα παγκόσμια στρατηγικά στενά για την θαλάσσια μεταφορά του πετρελαίου αποτελούν ζωτικό και εξαιρετικά σημαντικό τμήμα της παγκόσμιας ενεργειακής ασφάλειας.
Λόγω της στρατηγικής της θέσης, σε όλη την ιστορία της, εξωτερικές δυνάμεις επιχειρούσαν πάντα να θέσουν το νησί υπό την επιρροή τους.
Η Κύπρος έχει διατηρήσει την στρατηγική της σημασία και στην σημερινή πολιτική των μεγάλων δυνάμεων και συνεχίζει να αποτελεί πηγή αστάθειας και συγκρούσεων λόγω της συνεχιζόμενης κατοχής του 38% του εδάφους της από την Τουρκία.
Οι μουσουλμανικές χώρες, από την Βόρειο Αφρική μέχρι το Ιράκ, είναι σε μεγάλη αναταραχή μετά το 2011 εξ αιτίας της Αραβικής Άνοιξης και των στρατιωτικών επεμβάσεων του Αμερικανοσιωνιστικού Άξονα.
Η αλλαγή της στάσης της Τουρκίας απέναντι στις Δυτικές δυνάμεις και το Ισραήλ και η προτροπή της, δια του πρώην πρωθυπουργού της και θεωρητικού του Νεο-οθωμανισμού, Αχμέτ Νταβούτογλου, “ότι οι μουσουλμανικές χώρες μπορούν να αποκτήσουν τον έλεγχο τέτοιων σημαντικών θαλάσσιων στρατηγικών στενών”, έφερε την Κύπρο πιο κοντά στο Ισραήλ.
Η νεόκοπη, όμως, αυτή τριμερής συμμαχία Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ δεν έχει ιστορικό βάθος, ούτε έχει ακόμα δοκιμαστεί στην πράξη, δεδομένου ότι το Τελ-Αβίβ, από την ίδρυση του σιωνιστικού κράτους μέχρι πριν από μερικά χρόνια, υπήρξε σταθερός σύμμαχος της Άγκυρας.
Το Ισραήλ, τα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυσή του το 1948 μέχρι την δεκαετία του 1960, ενδιαφέρθηκε κυρίως να κατοχυρώσει την ασφάλειά του και γι’ αυτό να συνάψει σχέσεις με χώρες που θα μπορούσαν να το στηρίξουν στον ΟΗΕ και να το προμηθεύσουν με όπλα και εποίκους.
Ήθελε, όμως, παράλληλα να εδραιώσει δεσμούς με την Κύπρο προκειμένου να σπάσει την απομόνωσή του, αλλά επίσης να εξασφαλίσει την δημιουργία φιλικών σχέσεων με ένα νέο κράτος με το οποίο «είχαν κοινά σύνορα».
Όπως συμπεραίνεται από αποχαρακτηρισμένα διπλωματικά έγγραφα και πηγές αυτής της περιόδου, η ισραηλινή διπλωματία είχε χαράξει τον δρόμο συνεργασίας με την Ελλάδα έτσι ώστε να περνάει από την Λευκωσία.
Αυτά αποκάλυψε σε ένα άρθρο του στο Middle East Review of International Affairs (τεύχος Σεπτεμβρίου 2003) ο Ισραηλινός καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο της Χάϊφας, Zach Levey.
Έξι βασικοί στόχοι της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής έκαναν προεξέχουσα την εγκαθίδρυση διπλωματικών σχέσεων με την Κύπρο, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Zach Levey.
Πρώτον, το Ισραήλ ήθελε να αποκρούσει τις πιέσεις από την Ένωση της Αιγύπτου με Συρία (Ενωμένη Αραβική Δημοκρατία) και, κατά δεύτερο λόγο, επεδίωκε επίσης να σταματήσει την απομόνωση που περιέβαλε την διεθνή διπλωματική του υπόσταση. Τρίτον, ως ανεξάρτητο κράτος, η Κύπρος μπορούσε να ψηφίσει στον ΟΗΕ, κάτι εξαιρετικά υπολογίσιμο για το ασταθές τότε κράτος της Μέσης Ανατολής που φοβόταν τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών. Ένας τέταρτος παράγοντας για την σύναψη σχέσεων ήταν οι στενότερες εμπορικές συναλλαγές. Πέμπτος στόχος ήταν η προσπάθεια του Ισραήλ να βελτιώσει τις παγωμένες σχέσεις του με τον ελληνισμό ο οποίος, λόγω των ελληνικών κοινοτήτων στην Αίγυπτο, την Συρία και αλλού, είχε ταχθεί με το μέρος του Αραβικού κόσμου. Η Ελλάδα χειροκρότησε την νίκη της Αιγύπτου το 1956 επί της Βρετανίας και τόσο οι Έλληνες όσο και οι Ελληνοκύπριοι ανησυχούσαν πολύ για τις ελληνικές κοινότητες της Αιγύπτου. Έκτον, το Ισραήλ προσέβλεπε σε στενότερες σχέσεις με την Τουρκία, στο πλαίσιο της περιφερειακής πολιτικής του για καλές σχέσεις με τα μη-αραβικά κράτη της περιοχής.
Το Ισραήλ εξ αρχής ΔΕΝ ήθελε να δει την Ελλάδα κυρίαρχη στην Κύπρο και περιφερειακή δύναμη με αξιώσεις στην Ανατολική Μεσόγειο γι’ αυτό ασκούσε παρασκηνιακές πιέσεις στην Αγγλία και στον ΟΗΕ να υποστηρίξουν το «ταξίμ», δηλ. την τουρκική στρατηγική της διχοτόμησης του νησιού. Δεν άργησαν, μάλιστα, να θεωρήσουν εχθρική δύναμη την Κύπρο του Μακαρίου λόγω των στενών σχέσεών της με την Αίγυπτο και τον Αραβικό κόσμο και να συζητήσουν μέχρι και “την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στους Τουρκοκύπριους”, λέει ο Levey. Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι αυτή η πολιτική εξυπηρετούσε απόλυτα την στρατηγική της Αμερικής και του ΝΑΤΟ στην αναχαίτιση της επιρροής της ΕΣΣΔ στην περιοχή.
Από την στιγμή που ο Μακάριος δεν μπορούσε να χαράξει αποφασιστικά εξωτερική πολιτική χωρίς την συγκατάθεση του Τούρκου αντιπροέδρου, οι Ισραηλινοί ηγέτες αποφάσισαν να στηρίξουν δραστικά τους Τούρκους.
Τον Ιούλιο του 1959, ο Moshe Sasson, επικεφαλής του Τομέα Μέσης Ανατολής του ισραηλινού ΥΠΕΞ, αναγνώρισε σε μια σύσκεψη ανώτερων αξιωματούχων για την πολιτική του Ισραήλ προς την Κύπρο, ότι οι Τουρκοκύπριοι ήταν οι «φυσικοί σύμμαχοι» του Ισραήλ. (Zach Levey, «Η είσοδος του Ισραήλ στην Κύπρο, 1959-1963», σ.76).
Το Ισραήλ εκμεταλλεύθηκε το γεγονός ότι το κυπριακό Σύνταγμα έδινε τόσο στον Έλληνα πρόεδρο (Αρχιεπίσκοπο Μακάριο) όσο και στον Τούρκο αντιπρόεδρο (Κουτσούκ) την ισχύ του βέτο σε θέματα άμυνας, εσωτερικής ασφάλειας και εξωτερικών υποθέσεων. Αυτή ήταν και η αρχή για όλα τα μετέπειτα δεινά της Κύπρου. (...)


[Απόσπασμα από μεγαλύτερη έρευνα που δημοσιεύεται στο Hellenic Nexus τ.132, Ιούλιος 2018]

ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΑ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ

  Η παγκόσμια οικονομία στην εποχή της παγκοσμιοποίησης παραμένει εξαιρετικά άνιση τόσο στην κατανομή των υλικών πόρων μεταξύ τάξεων και κεφ...